Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Κράτα με

  

          ''Κράτησέ με σαν να με γεννούσες  
            Σαν ωκεανός που αναζητούσες  
          όπως ο ουρανός τον άσωτό του γιο... 
            Κράτα με σαν όρκο ξεχασμένο 
          Σαν ένα τριαντάφυλλο σπασμένο. ''  




 Να μ'αγαπάς και εγώ θα σε αγαπώ περισσότερο. Μόνο να είσαι κοντά μου. Κράτα μου το χέρι και μη με αφήσεις...  '' Κράτα με κι αρχίζει ο κόσμος τώρα. ''  Κράτα με και θα ταξιδέψουμε μαζί στην χώρα των αρωμάτων. Μ' ένα πολύχρωμο αερόστατο. Που με τη δύναμη του αέρα θα περάσουμε από πελάγη και πεδιάδες και θα φτάσουμε σε αυτήν τη χώρα που όλα είναι αλλιώτικα... 

  Θα ξαπλώσουμε το βράδυ κάτω από τον ουρανό... Είναι τόσο μαύρος και συνάμα τόσο φωτεινός. Μικρά και πυκνά αστέρια που δίνουν ελπίδα μέσα στο μαύρο. Μας δίνουν ελπίδα πως αυτή η αγάπη θα συνεχίζει να φωτίζει. Και το φεγγάρι... Το φεγγάρι μας χαμογελά. Πάντα μας χαμογελά! Φωτίζει τον μαύρο ουρανό. Φωτίζει τα σοκάκια αυτής της χώρας. Και είμαι εγώ και εσύ με αυτό το μεγάλο και λαμπερό φανάρι. 
   
  Τα αρώματα αυτής της πόλης, σε κάθε σπίτι και κάθε γωνιά του δρόμου, με μεθάνε... Τριαντάφυλλο, γιασεμί, γαρδένιες... Και κάπου σε όλα αυτά τα αρώματα και το δικό σου. Το πιο μεθυστικό. Τότε μου έσφιξες το χέρι και μου χαμογέλασες, όπως το φεγγάρι. Μου είπες ότι με αγαπάς. Με αγκάλιασες και μου έδωσες όρκο πως δε θα μου αφήσεις ποτέ το χέρι. Μόλις έπεσε ένα αστέρι... 

  Να με κρατάς. Ας ξεχάσουμε τους άλλους. Μόνο για λίγο. Αυτούς που θα μας κατακρίνουν για αυτό που είμαστε. Αυτούς που θέλουν να αλλάξουν το μέλλον μας χωρίς να μας ρωτήσουν. Ξέχασε -για λίγο μόνο- την ιδιοτέλεια των μικρών ανθρώπων που τους περιτριγυρίζει. Απλώς δες τον ουρανό και μύρισε τα αρώματα. Άκου τους παλμούς της καρδιάς σου. Νιώσε τη ζεστασιά του χεριού μου στο δικό σου. Αυτό θα μας κάνει ευτυχισμένους. Η αγκαλιά σου είναι το δικό μου φεγγάρι  και το '' σ'αγαπώ '' σου ένα πεφταστέρι.  

  Αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι τα υλικά αγαθά και τα χρήματα που φθείρουν τους ανθρώπους. Ούτε τα ψέματα και την υποκρισία. Απλώς χρειαζόμαστε ένα χέρι που είναι έτοιμο να σφίξει το δικό μας. Μια αγκαλιά που θα μας περιμένει πάντα ανοιχτή. Πες το  ''σ΄αγαπώ'' χωρίς να φοβάσαι κάτι. Δεν ήταν ποτέ ντροπή τα συναισθήματα. Και ούτε θα είναι όσο ακόμη υπάρχει ένα χέρι κάπου εκεί έξω που σε περιμένει... 





   
                                    Σύννεφο με ρόδες.






    

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

Ένας χάρτινος κόσμος

  Ζω εδώ. Σε αυτήν την χάρτινη πόλη με τον χάρτινο ουρανό. Είμαι μόνη. Όλοι εδώ είναι απασχολημένοι συνεχώς με κάτι άλλο. Με κάτι άλλο εκτός από τους ανθρώπους. Είναι αποξενωμένοι και όλοι τους, ή μάλλον όλοι μας, ζούμε μοναχικά.       
  
 Κάθομαι σε ένα παγκάκι και παρατηρώ τον καθένα να περνά από μπροστά μου. Μπορώ να διακρίνω εύκολα στις κινήσεις τους την Αγένεια. Νομίζω πως είναι ο καλύτερός τους φίλος. Αντίθετα βέβαια η Ευγένεια που είναι χρόνια μαλωμένη με τους ανθρώπους. Και ενώ εγώ είμαι πρόθυμη να τους συμφιλιώσω, η Ευγένεια χάθηκε και δεν υπάρχει πια εκεί που ψάχνω...Κάνω βόλτες στους κεντρικούς δρόμους της χάρτινης πόλης και βλέπω πως δίπλα στους ανθρώπους στέκεται η Ασέβεια και τους χαμογελά. Και εκείνοι ανταποκρίνονται στο γλυκό της κάλεσμα και γίνονται θύμα της. Αναρωτιέμαι... Ο Σεβασμός σε ποια οδό είναι; Οι άνθρωποι εδώ παίζουν ένα παράξενο παιχνίδι. Παραδόξως δεν είναι περίπλοκο. Ο κανόνας είναι ένας: ενεργώ δόλια για να βλάψω κάποιον προς δικό μου όφελος. Πολλές φορές αναρωτιέμαι αν αξίζει αυτό το παιχνίδι. Αν παίξω με τον δικό τους κανόνα ίσως να επιβιώσω σε αυτήν την χάρτινη πόλη. Αν όμως παραβώ τον κανόνα τους, τότε θα κάνω κάθε μέρα μια μικρή, δική μου επανάσταση για να τους καίω ό,τι άσχημο χτίζουν σε αυτήν την πόλη.    

 Είναι παράξενοι οι άνθρωποι εδώ... Εχθές βρήκα στην πόρτα μου κάτι λουλούδια από χαρτί. Δεν μυρίζανε όπως τα δικά σου. Εσύ πάντα ήξερες να μου φέρνεις εκείνα τα λουλούδια που η μυρωδιά τους με μεθούσε. Ήταν αληθινά.  
   
 Μου είχες γράψει πως στην πόλη σου είναι αλλιώς. Στο γράμμα σου, που το φυλώ ακόμη μυστικά, μου μιλάς για την Ευτυχία. Για μια πόλη ζωντανή... Το ηλιοβασίλεμα εκεί σε μαγεύει. Κάθεσαι στο μικρό παράθυρο ακούγοντας το δικό μας τραγούδι, το La plage του Yann Tierse. Τα χρώματα του ουρανού πάντα σ' έκαναν να αισθάνεσαι ευτυχισμένος. Ηρεμούσες και φανταζόσουν πως κάποια μέρα ίσως μπορέσεις να ανέβεις εκεί ψηλά, στα σύννεφα, και να δεις από κοντά τα αληθινά χρώματα. Να τα πιάσεις και να παίξεις μαζί τους όπως ένα μικρό παιδάκι που παίζει με τις μπογιές και πάντα στο τέλος γίνεται πολύχρωμο. Και τότε θα νιώσεις ότι αγγίζεις την απόλυτη ευτυχία.   

 Μου περιγράφεις ανθρώπους αλλιώτικα πλασμένους. Ξέρουν να αγαπούν και το δείχνουν κάθε μέρα με μια μικρή, όχι μεγάλη ούτε ακριβή, πράξη. Εκεί τα χρήματα δεν έχουν τόση αξία. Αρκεί που έχεις κάποιον άνθρωπο κοντά σου. Το πολυτιμότερο ον. Σέβεται ο ένας τον άλλον. Ίσως ο Σεβασμός να πήγε στη δική σου τελικά οδό.   
   
 Οι άνθρωποι εκεί είναι χαρούμενοι και η Πικρία έχει φύγει πριν πολλά χρόνια από την πόλη σου. Την εξορίσατε γιατί σαν έκανε δυστυχισμένους και στερούσασταν κάθε πηγή χαρά και ομορφιάς που σας χαρίζει τώρα ο δικό σας κόσμος.    

 Σε κάθε σου γράμμα, μου έγραφες κάτι που σε μάγευε από την πόλη σου. Δε σου κρύβω πως λίγο ζηλεύω, όπως ένα μικρό παιδί όταν το φιλαράκι του έχει παγωτό, ενώ εκείνο όχι.  Πάντα ήθελα να ζήσω στον δικό σου κόσμο. Θέλω και εγώ να ζήσω με αυτούς του ανθρώπους που τόσο ζωντανά μου περιγράφεις. Έχω ανάγκη να ζήσω.     
  
 Σου υπόσχομαι πως μια μέρα θα κάψω αυτόν τον χάρτινο ουρανό και θα έρθω να σε βρω. Θα έρθω στον δικό σου κόσμο να δούμε μαζί τον ήλιο που θα δύει. Και θα ακούσουμε το La plage και θα χορεύουμε στο ρυθμό του. Μια μέρα ίσως ανέβουμε στα σύννεφα. Σε αυτά που παίζουν μαζί μας, έχοντας την ικανότητα να μεταμορφώνονται κάθε φορά σε κάτι καινούριο. Ο κανόνας είναι να βρούμε με τι μοιάζουν. Όμορφο παιχνίδι. Ένα παιχνίδι που όλοι βγαίνουν νικητές! Κοντά σου, σε αυτόν τον κόσμο, θα είμαι ελεύθερη. Ευτυχισμένη!    

Κάποια μέρα θα κάψω αυτόν τον χάρτινο ουρανό.
                                               
                                         
                                      Σύννεφο με ρόδες. 


Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Τότε

  Σου λένε να αντέξεις στον χρόνο. Σε αυτόν που παίρνει δικαιωματικά μαζί του τις στιγμές σου, τη ζωή σου. Και τότε εσύ σκέφτεσαι πως... Ό,τι ζεις κάποτε γίνεται ''τότε''. Κι αυτό πονάει γιατί ξέρεις ότι δε θα το ξαναζήσεις. Το παρόν σε δευτερόλεπτα έχει γίνει παρελθόν. Η κάθε κίνησή σου διαγράφεται και παράλληλα αποθηκεύεται στο παρελθόν και άλλες από αυτές τις θυμάσαι και άλλες όχι. Η κάθε σου λέξη χάνεται και την κλέβει το παρελθόν. Άλλες τις θυμάσαι κι άλλες όχι. Όμως πάντα κάτι θυμάσαι. Και πια λες ''τότε'' από εκεί που έλεγες ''θα'' .  
    
   Σε αυτό το ''τότε'' κρύβονται στιγμές. Κρύβεται ύπουλα ο χρόνος. Ο χρόνος που από τη στιγμή που γεννιέσαι μικραίνει... Κι όλο μικραίνει. Και εσύ μεγαλώνεις. Όμως η καρδιά σου παραμένει πάντα μικρή. Όπως ενός μικρού παιδιού που έχει την λαχτάρα να γνωρίσει αυτόν τον περίεργο κόσμο και το όνειρο του είναι να πετάξει μια μέρα με ένα αερόστατο πάνω από την χώρα του Ποτέ. Έχεις τη θέληση να συνεχίσεις να ανακαλύπτεις τους ανθρώπους. Αυτούς τους παράξενους μεγάλους ανθρώπους που από ψηλά φαίνονται σαν μικρά αθώα μυρμηγκάκια. Που παρά τον εγωισμό και την ιδιοτέλεια που ίσως έχουν επιμένεις πως σίγουρα κάποιος θα βρεθεί με μια καρδιά που μόνο έχει να δώσει. Γιατί έχεις μάθει, από τον χρόνο που φεύγει, πως οι σχέσεις των ανθρώπων είναι δουναι και λαβειν. Δώσε όμως χωρίς να έχεις την απαίτηση να πάρεις. Μην γίνεις συνωμότης αυτών που φθείρουν τις σχέσεις των ανθρώπων.  
    
   Και τότε είναι η στιγμή που συνειδητοποιείς ότι αντέχεις τον χρόνο. Όμως όσο αντιστέκεσαι νικάει. Ακόμη κι αν τρέχετε και οι δύο μαζί, εκείνος πάντα βγαίνει πρώτος στη γραμμή τερματισμού και σε νικάει. Σε νίκησε. Και εσύ έμεινες πίσω να τον κοιτάς ηττημένος. Να κοιτάς μια φωτογραφία που κρύβει μέσα της τον χρόνο, τις στιγμές σου. Την κοιτάς επίμονα με την ιδέα ότι ίσως κάποτε την ξαναζήσεις - γιατί όχι και τώρα;-  
  

     Τα πρόσωπα της φωτογραφίας που κοιτάς σου γεννούν μικρές αναμνήσεις που στο μυαλό σου εμφανίζονται σαν ένα μικρό φιλμ που δε σταματάει ποτέ. Η ταινία πάντα θα γυρίζει με πρωταγωνιστή εσένα. Θα κοιτάς πίσω, το χρόνο που έφυγε και στο επίμονο βλέμμα σου θα σε αγκαλιάζει το ''τότε'' που σκότωσε ένα ''θα'', είτε αυτό  εκπληρώθηκε, είτε έμεινε ανεκπλήρωτο.  
   
   Το  ''τότε'' πονάει. Όμως αυτό που μπορώ να σου πω είναι να μάθεις να ζεις με αυτό. Μάθε να ζεις με τον χρόνο που έφυγε και με αυτόν που απομένει αγαπώντας και τιμώντας αυτά τα μικρά μυρμηγκάκια. Κι αν δεν μπορείς να το κάνεις αυτό, τουλάχιστον ζήσε αξιοπρεπώς μαζί με τον χρόνο...   
   
                                                                    Σύννεφο με ρόδες.